Pages

Monday 1 December 2008

Εξουσία Δικαστηριών για Αποστολή Αποφάσεων στο Γενικό Εισαγγελέα



Από την εφημερίδα Αλήθεια 01/12/08 και το κ. Τάκη Αγαθοκλέους το ακόλουθο άρθρο:


"Σοβαρό κατσάδιασμα δέχτηκε το επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας από το Ανώτατο Δικαστήριο, λόγω μιας απόφασής του εις βάρος εμπορικής τράπεζας, σχετικά με μια πιστωτική κάρτα, απόφαση η οποία χαρακτηρίστηκε σαν πρωτοφανής για τα δικαστικά μας χρονικά. Και αυτό γιατί το επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας εκδίδοντας την απόφασή του εις βάρος της τράπεζας διέταξε, χωρίς να δικαιούται, τον πρωτοκολλητή όπως στείλει αντίγραφο του φακέλου της υπόθεσης μεταξύ άλλων και στο γενικό εισαγγελέα, για πιθανή διάπραξη από την τράπεζα αδικημάτων και για συμμετοχή ή συνέργεια φυσικών προσώπων στην πιθανή διάπραξη αδικημάτων.




Πιο αναλυτικά:


Μία εμπορική τράπεζα εξέδωσε το 1995 πιστωτική κάρτα σε μια πελάτισσά της, με όριο 341,72 ευρώ. Η γυναίκα αφού χρησιμοποίησε την πιστωτική κάρτα σε κάποιες περιπτώσεις, στη συνέχεια για διάφορους λόγους σταμάτησε να την χρησιμοποιεί μέσα στον ίδιο χρόνο (1995), ενώ το υπόλοιπο της κάρτας ήταν 413,82 ευρώ.Μετά από 13 χρόνια, δηλαδή το 2008, η τράπεζα καταχώρησε αγωγή στο επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας, εις βάρος της πελάτισσάς της, ζητώντας από αυτήν το ποσό των 9.440,43 σεντ. Για τον καθορισμό αυτού του ποσού η τράπεζα χρησιμοποίησε διάφορες μορφές τοκισμού και άλλες επιβαρύνσεις, κατά παράβαση της νομοθεσίας, οι οποίες όμως δεν έγιναν αποδεχτές από το επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας.


Στην απόφασή του που εξέδωσε στις 3.10.2008 το δικαστήριο Λάρνακας επεδίκασε στην τράπεζα ποσό ύψους 1.277,32 σεντ και όχι 9.440,43 σεντ που ζήτησε από την εναγόμενη.Από αυτή την απόφαση ξεκίνησε και το κατσάδιασμα του επαρχιακού δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, εκτός της απόφασής του, το δικαστήριο Λάρνακας διέταξε τον πρωτοκολλητή όπως αντίγραφο του φακέλου σταλεί στο γενικό εισαγγελέα της Δημοκρατίας για πιθανή διάπραξη από την τράπεζα αδικημάτων και για συμμετοχή ή συνέργεια φυσικών προσώπων στην πιθανή διάπραξη αδικημάτων. Διέταξε επίσης όπως η απόφαση σταλεί και στο διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και στα μέλη της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών.


Μετά την ενέργεια αυτή του δικαστή, η εμπορική τράπεζα καταχώρησε στις 9.10.2008 αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο ζητώντας έκδοση εντάλματος certiorari προς ακύρωση της προαναφερθείσας απόφασης /διαταγής του επαρχιακού δικαστηρίου Λάρνακας.Στην απόφασή του, ημ. 22.10.2008, το Ανώτατο εξέδωσε ένταλμα certiorari, ακυρώνοντας έτσι τη διαταγή του επαρχιακού δικαστηρίου να σταλεί αντίγραφο του φακέλου στο γενικό εισαγγελέα, στο διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και στα μέλη της Επιτροπής Νομικών. Παράλληλα το Ανώτατο Δικαστήριο επέκρινε έντονα το επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας για τη διαταγή του αυτή. Μεταξύ άλλων τόνισε ότι:-


Το επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας δεν είχε εξουσία, δικαστικά, να διατάξει τον πρωτοκολλητή να στείλει την απόφασή του στο διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και στα μέλη της Επιτροπής Νομικών της Βουλής, και τούτο γιατί οι δύο αυτές αρχές δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με την απονομή της δικαιοσύνης.- Το δικαστήριο Λάρνακας είχε την εξουσία να διατάξει να σταλεί η απόφασή του στο γενικό εισαγγελέα, εφόσον έκρινε ότι από το περιεχόμενο της απόφασής του προέκυπτε το ενδεχόμενο διάπραξης από την τράπεζα και ή από φυσικά πρόσωπα οποιωνδήποτε ποινικών αδικημάτων. Και τούτο γιατί ο γενικός εισαγγελέας αποτελεί αρχή άμεσα συνδεδεμένη με την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης. Όμως, το δικαστήριο Λάρνακας δεν διέταξε τον πρωτοκολλητή να στείλει στο γενικό εισαγγελέα την απόφασή του και μόνο. Αλλά τον διέταξε να στείλει «αντίγραφο του φακέλου της υπόθεσης», περιλαμβανομένων ασφαλώς και των τεκμηρίων που είχαν κατατεθεί στο δικαστήριο. Κάτι τέτοιο δεν μπορούσε, πάντοτε δικαστικά, να διατάξει. «Εφόσον» προστίθεται «έστελλε την απόφασή του, και μόνο, στο γενικό εισαγγελέα της Δημοκρατίας, εάν ο τελευταίος έκρινε ότι όντως προέκυπτε ποινικό το ενδεχόμενο διάπραξης από την ενάγουσα / αιτήτρια και ή από φυσικά πρόσωπα οποιωνδήποτε ποινικών αδικημάτων, είχε την εξουσία να διατάξει τη διεξαγωγή ποινικής ανάκρισης. Σε τέτοια περίπτωση, ο ποινικός ανακριτής θα μπορούσε να εξασφαλίσει, με την κατάλληλη δικονομικά διαδικασία, αντίγραφο του όλου ή μέρους του φακέλου του δικαστηρίου και ή αντίγραφα των τεκμηρίων που είχαν κατατεθεί στο δικαστήριο. Υπάρχει, όμως, ακόμα ένα σφάλμα. Το δικαστήριο προχώρησε, ανεπίτρεπτα, και σε εισήγηση προς το γενικό εισαγγελέα της Δημοκρατίας αναφορικά με το πώς θα έπρεπε να χειριστεί το ‘θέμα του χρόνου που διέρρευσε εν τω μεταξύ, για σκοπούς ποινικής δίωξης’»".

No comments:

Bookmark and Share