Pages

Tuesday 29 September 2009

Προστασία Μειοψηφίας σε Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης


ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ
ΣΕ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ

Όπως είναι γνωστό, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης διοικούνται μέσω δύο οργάνων τα οποία ασκούν και όλες τις διαθέσιμες εξουσίες μίας εταιρείας: τη γενική συνέλευση των μετόχων και το διοικητικό συμβούλιο. Κατά κανόνα και στα δύο όργανα ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας. Με άλλα λόγια όταν συγκεντρωθεί ο απαραίτητος αριθμός ψήφων, δημιουργηθεί πλειοψηφία και ληφθεί απόφαση πάνω σε οποιοδήποτε θέμα, η μειοψηφία υποχρεούται να ακολουθήσει και να υλοποιήσει τις αποφάσεις της πλειοψηφίας.




Η πλειοψηφία των ιδιωτικών εταιρειών στη Κύπρο μπορούν να θεωρηθούν ως οιωνοί συνεταιρισμοί. Δηλαδή είναι εταιρείες με 2, 3 μετόχους , πολλές φορές φίλους ή συγγενείς μεταξύ τους , που συστήνουν μία εταιρεία για να διεξάγουν μία εμπορική δραστηριότητα με σχετικά μικρές επενδύσεις. Είναι δε συχνό το φαινόμενο να προκύπτουν διαφωνίες μεταξύ των μετόχων και να δημιουργούνται αδιέξοδα ή και αποκλεισμός ομάδας μετόχων από την διοίκηση της εταιρείας και γενικά τις αποφάσεις. Υπάρχουν ακόμα εκείνες οι περιπτώσεις όπου η μία πλευρά κατέχει πλειοψηφικό πακέτο μετοχών και συνεπακόλουθα ελέγχει και τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, αποκλείοντας τη μειοψηφία των μετόχων από το μηχανισμό λήψης αποφάσεων.

Το πρόβλημα λοιπόν, που εξετάζουμε στο παρόν άρθρο, εστιάζεται στις περιπτώσεις εκείνες που η πλειοψηφία καταχράται των δικαιωμάτων και εξουσιών της τόσο εις βάρος και της ίδιας της εταιρείας αλλά και εις βάρος των μειοψηφούντων μετόχων απολαμβάνοντας αθέμιτα οφέλη και η μειοψηφία αναζητεί κάποιας μορφή θεραπεία και/ή δικαστική προστασία.

Η προστασία της μειοψηφίας των μετόχων από καταπιεστικές ενέργειες της πλειοψηφίας ήταν μία ανάγκη που υπήρχε από το καιρό που γεννήθηκε η εταιρεία ως πλάσμα δικαίου. Είναι ακριβώς γι΄αυτό το λόγο, δηλαδή για να δοθεί ενισχυμένη προστασία στους μετόχους που είναι μειοψηφία σε μια εταιρεία, που δίνονται ειδικά δικαιώματα σε κάποιες διαδικασίες που προβλέπονται από τον Περί Εταιρειών Νόμο. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα τα πιο γνωστά όμως είναι η ανάγκη για πλειοψηφία ¾ ή το 75% ψήφων της γενικής συνέλευσης για τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας, μείωση του κεφαλαίου, αλλαγή σκοπών κ.ο.κ.

Όπως προαναφέραμε, είναι θεμελιώδης αρχή του εταιρικού δικαίου ότι για τη λήψη αποφάσεων σε μία εταιρεία ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας και ότι ο κάθε μέτοχος με τη συμμετοχή του σε μία εταιρεία έχει απαραίτητα και σιωπηρά συμφωνήσει να ακολουθεί τις απόψεις της πλειοψηφίας. Συνεπακόλουθο αυτής της βασικής αρχής είναι και το αξίωμα σύμφωνα με το οποίο ο ορθός διάδικος σε μία αγωγή που επηρεάζει τα δικαιώματα μίας εταιρείας είναι η ίδια η εταιρεία. Αυτή η αρχή, η οποία πηγάζει από το κοινό δίκαιο και ειδικότερα τη γνωστή υπόθεση Foss v. Harbottle [1843] 2 Hare 461, εμπεριέχει δύο άξονες: πρώτον ότι η πλειοψηφία διοικεί (majority rule) και δεύτερον, ο ορθός διάδικος σε μία αγωγή που επηρεάζει τα δικαιώματα της εταιρείας είναι η ίδια η εταιρεία (proper plaintiff rule).

Τα γεγονότα στην Foss v. Harbottle βοηθούν στη καλύτερη κατανόηση του θέματος. Ο Richard Foss και ο Edward Starkie Turton ήταν δύο μειοψηφούντες μέτοχοι στην εταιρεία «Victoria Park Company». Η εταιρεία είχε συσταθεί το Σεμπτέμβρη του 1935 για αγοράσει 180 εκτάρια γης κοντά στο Μανστεστερ όπου θα γινόταν ανάπτυξη με κτίσιμο σπιτιών, πάρκων κλπ. Η εταιρεία προχώρησε σε κάποιες επενδύσεις. Οι μειοψηφούντες μέτοχοι ισχυρίστηκαν ότι η εταιρεία είχε δικαίωμα αγωγής για αποζημιώσεις εναντίον μερικών συμβούλων της οι οποίοι ενήργησαν δόλια σε βάρος της εταιρείας. Συγκεκριμένα η κατηγορία ήταν ότι ορισμένοι σύμβουλοι πώλησαν ιδιοκτησία της εταιρείας σε τιμή χαμηλότερη της αγοραίας αξίας σε μία άλλη εταιρεία που ουσιαστικά ελεγχόταν από τους ιδίους. Όμως, σε γενική συνέλευση η πλειοψηφία των μετόχων αποφάσισε να μην προχωρήσει στη λήψη οποιονδήποτε δικαστικών μέτρων εναντίον των συγκεκριμένων συμβούλων. Έτσι ο Foss και o Turton, που ήταν μειοψηφούντες στη συγκεκριμένη γενική συνέλευση, άρχισαν δικαστικά μέτρα εναντίον των υπό κατηγορία συμβούλων για να αποζημιωθεί η εταιρεία από τις ζημιές που υπέστη από τη δόλια, κατά τον ισχυρισμό τους, πράξη.

Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή αποφασίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι αν μια πράξη γίνει παράτυπα την οποία η πλειοψηφία μπορεί να κάνει κανονικά ή αν μια πράξη γίνει παράνομα η οποία μπορεί να γίνει νόμιμα από την πλειοψηφία των μετόχων δεν υπάρχει μεμονωμένο δικαίωμα αγωγής σε μέτοχο αν η πλειοψηφία των μετόχων επικυρώσει αυτή την πράξη σε γενική συνέλευση. Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι πράξεις των συμβούλων μιας εταιρείας μπορούν να επιβεβαιωθούν από την πλειοψηφία των μετόχων και σε τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει.

Το πρόβλημα με αυτό το γενικό κανόνα είναι ότι δεν έδινε αποτελεσματική θεραπεία στις περιπτώσεις που υπήρχε δόλος ή καταδολιευτικές ενέργειες από συμβούλους μίας εταιρείας ή από τους μετόχους που κατήχαν την πλειοψηφία μετοχών. Για παράδειγμα τί γίνεται στη περίπτωση που η πλειοψηφία των μετόχων , μέσω του ελέγχου που έχει στο διοικητικό συμβούλιο, αποξενώνει περιουσιακά στοιχεία μίας εταιρείας; Πως μπορεί να αντιδράσει ο μέτοχος που ανήκει στη μειοψηφία από τη στιγμή που, όπως είδαμε πριν, δεν μπορεί να ενεργήσει και για λογαριασμό της εταιρείας;

Οι αδικίες που δημιουργούσε αυτός ο κανόνας οδήγησε και στην γένεση, όπως πάντοτε συμβαίνει στο χώρο του δικαίου, ειδικών εξαιρέσεων.

Η πιο σημαντική από αυτές είναι στην περίπτωση που υπάρχει δόλος από την πλειοψηφία και εις βάρος της πλειοψηφίας. Σε τέτοια περίπτωση ένας μέτοχος ή ομάδα μετόχων που ανήκουν στην μειοψηφία μπορούν να λάβουν δικαστικά μέτρα εναντίον των αδικοπραγούντων συμβούλων για λογαριασμό τους αλλά και για λογαριασμό της εταιρείας ζητώντας ανάλογη θεραπεία όπως ενδιάμεσα διατάγματα και/ή αποζημιώσεις. Για να θεμελιωθεί αγώγιμο δικαίωμα, υπό αυτές τις συνθήκες σύμφωνα με την νομολογία, είναι απαραίτητο πέρα από δολιότητα οι αδικοπραγούντες να έχουν και τον έλεγχο της εταιρείας.

Για να γίνει κατανοητό το πώς λειτουργεί πρακτικά η συγκεκριμένη εξαίρεση θα αναφερθούμε σε δύο παραδείγματα από δύο σημαντικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Να σημειώσουμε πριν, ότι ο όρος δόλος σε αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται με ευρύτητα από τα Δικαστήρια και όχι περιοριστικά λαμβάνοντας υπόψη τις γενικότερες παραμέτρους μίας ανέντιμης συμπεριφοράς στα πλαίσια διενέργειας εμπορικών συναλλαγών.

Η πρώτη υπόθεση αφορά την Πολιτική Έφεση 11387, Θεόδωρος Πιρίλλης ν. Ελευθερίου Κουή. Η απόφαση, ημερομηνίας 23/01/04, λήφθηκε από το Εφετείο σε σύνθεση Νικολαίδη Δ., Ηλιάδη Δ., Γαβριηλίδη Δ., και η ομόφωνη απόφαση δόθηκε από το Δικαστή Γαβριηλίδη.

Ο Ελευθέριος Κουής ίδρυσε μαζί με τον Θεόδωρο Πιρίλλη, ο οποίος ήταν συγγενής του, ένα άτυπο συνεταιρισμό για να λειτουργήσουν επιχείρηση κρεοπωλείου σε χώρο εντός της υπεραγοράς Κόκκινος στο Παραλίμνι πληρώνοντας μηνιαίο ενοίκιο £300,00. Η συμφωνία τους ήταν να λαμβάνουν μηνιαίο μισθό £500 ο καθένας και να μοιράζονται εξίσου τα κέρδη. Οι εργασίες ξεκίνησαν την 01/11/93 και πήγαιναν πολύ καλά οπόταν κατά το Μάρτιο του 1994 οι δύο συνέταιροι ενοικίασαν και άλλο χώρο εκτός της υπεραγοράς στη Λεωφ. Πρωταρα στο Παραλίμνι το οποίο το εξόπλισαν πλήρως για την αποθήκευση και ετοιμασία κρεάτων. Ο Κουής δεν είχε προηγούμενη εμπειρία ως κρεοπώλης σε αντίθεση με τον Πιρίλλη που ήταν η εργασία του.

Ακολούθως, τον Ιανουάριο του 1996 ο Πιρίλλης εισηγήθηκε στον Κουή να ιδρύσουν εταιρεία η οποία θα συνέχιζε τις δραστηριότητες τους αφού η δουλειά πήγαινε καλά.

Σαν αποτέλεσμα, το Μάρτη του 1996 ίδρυσαν την εταιρεία KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD. Μετάτρεψαν δηλαδή τον συνεταιρισμό τους σε ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης στην οποία κατείχαν ίσο αριθμο μετοχών. Επίσης, έδωσαν τα περιουσιακά τους στοιχεία στην εταιρεία έναντι 500 μετοχών ο καθένας λειτουργώντας και τον κοινό τους λογαριασμό στην τράπεζα χωρίς να αλλάξουν την ονομασία του. Τα τιμολόγια και οι αποδείξεις εκδίδονταν στο εξής στο όνομα της εταιρείας και οι επιταγές κατατείθεντο στον κοινό λογαριασμό. Ο μηνιαίος τους μισθός αυξήθηκε σε £600 ενώ διορίστηκαν και οι δύο διευθυντές (σύμβουλοι) της εταιρείας.

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Κουή λίγους μήνες μετά τη λειτουργία της εταιρείας ο Πιρίλλης άρχισε να δημιουργεί προβλήματα στις σχέσεις τους συμπεριφερόμενος αυταρχικά και προσβάλλοντας τον στο χώρο της εργασίας σε διάφορες περιπτώσεις. Ως εκ τούτου και λόγω της επιδείνωσης των διαπροσωπικών τους σχέσεων, έγιναν προσπάθειες να εξαγοράσει ο ένας τον άλλο οι οποίες όμως δεν κατέληξαν πουθενά.

Τον Απρίλη του 1997 ο Κουής λόγω της πίεσης που δεχόταν από τον Πιρίλλη πήρε ένα μήνα άδεια για να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να εξευρεθεί κάποια διευθέτηση. Καθ' όλη την περίοδο βέβαια της όξυνσης των σχέσεων τους δεν μιλούσαν μεταξύ τους οπόταν η αποτελεσματική λειτουργία της εταιρείας, για παράδειγμα η σύγκλιση του διοικητικού συμβουλίου, ή έκτακτης γενικής συνέλευσης, ήταν αδύνατη.

Ενώ ο Κουής βρισκόταν σε άδεια, αντιλήφθηκε ότι ο Πιρίλλης άρχισε να πωλεί κρέατα μόνος του χρησιμοποιώντας μία άλλη δική του εταιρεία τη Theodoros Pirillis Enterprises Ltd. Ο Πιρίλλης χρησιμοποιούσε τον εξοπλισμό και περιουσιακά στοιχεία της KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD. Μετά από αυτή την εξέλιξη, ο Κουής έκανε ξανά προσπάθειες για να πουλήσει το μερίδιο του στον Πιρίλλη οι οποίες όμως δεν κατέληξαν.

Μη έχοντας άλλη επιλογή, ο Κουής ήγειρε αγωγή εναντίον του Πιρίλλη, της εταιρείας Theodoros Pirillis Enterprises Ltd αλλά και της εταιρείας KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD στην οποία ήταν και ο ίδιος μέτοχος (τον λόγο θα του δούμε πιο κάτω), ζητώντας αποζημιώσεις. Κατά την ακρόαση δόθηκε μαρτυρία από εμπειρογνώμονα ότι η αξία της εταιρείας KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD ήταν £122,000 στις 31/03/97.

Η πλευρά του Πιρίλλη έδωσε εντελώς διαφορετική εκδοχή των γεγονότων και παρουσίασε τους δικούς της εμπειρογνώμονες σε ότι αφορά την αξία της εταιρείας. Ουσιαστικά η θέση του Πιρίλλη ήταν ότι ο Κουής αποχώρησε οικειοθελώς και ότι δεν ενδιαφερόταν για την εταιρεία ούτε υπέγραφε τις απαραίτητες επιταγές για να μπορεί αυτή να λειτουργήσει.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε υπέρ του Κουή δεχόμενο τη δική του εκδοχή και τη θέση του περί δόλιας συμπεριφοράς του Πιρίλλη και παράνομης διοχέτευσης των εργασιών της εταιρείας KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD στη Theodoros Pirillis Enterprises Ltd. Επεδίκασε δε £90,000 υπέρ της εταιρείας KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD, η οποία ήταν εναγομένη 3. Επεδίκασε επίσης και τιμωρητικές αποζημιώσεις £5000 εναντίον του Πιρίλλη προσωπικά και της εταιρείας του, και υπέρ του Κουή.

Στο Εφετείο τέθηκαν διάφορα θέματα το πρώτο αφορούσε τον ισχυρισμό των δικηγόρων του Πιρίλλη ότι λανθασμένα εγέρθηκε αγωγή αντί της καταχώρησης αίτησης για καταπίεση μειοψηφίας με βάση το άρθρο 202 του Περί Εταιρειών Νόμου. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι επρόκειτο περί παράγωγης αγωγής (derivative action) που εγέρθηκε από τον Κουή υπό την ιδιότητά του ως μετόχου της εναγομένης 3 δηλαδή της KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD.

Με άλλα λόγια, το Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε ότι στην πραγματικότητα η εταιρεία KOUIS & PIRILLIS BUTCHERY LTD ήταν εγκλωβισμένη υπό τον έλεγχο του Πυρίλλη και δεν μπορούσε η ίδια να αντιδράσει, επομένως ο Κουής νομιμοποιείτο να εγείρει την αγωγή και για λογαριασμό της εταιρείας και να διεκδικήσει ανάλογη θεραπεία.

Πρόκειται για μια ιδιόμορφη περίπτωση απαίτησης δικαιωμάτων στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου όπου αναγνωρίζεται η αδυναμία ενός προσώπου, σε αυτή την περίπτωση νομικού προσώπου, να διεκδικήσει από μόνο του τα δικαιώματα του άρα αυτό μπορεί να γίνει μέσω κάποιου άλλου. Γι΄αυτό το λόγο, θεωρήθηκε δικαιολογημένο και αναγκαίο να μπορεί κάποιος μέτοχος, ο οποίος εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να ασκήσει ο ίδιος έλεγχο στην εταιρεία, να ενεργεί και για λογαριασμό της εταιρείας.

Πολλές φορές για να γίνει κατανοητό το πώς λειτουργεί αυτό το δόγμα θέτουμε την ερώτηση: «Εάν η εταιρεία είχε φωνή και μπορούσε να μιλήσει δεν θα διαμαρτυρόταν για τις πράξεις του Πυρίλλη ο οποίος στην ουσία υπεξαιρούσε περιουσία της εταιρείας;» Εάν η απάντηση είναι ναι τότε νομιμοποιείται ο μέτοχος της μειοψηφίας να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία της παράγωγης αγωγής.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου αφορά την πλήρη συμφωνία του με το πρωτόδικο Δικαστήριο σε ότι αφορά την επιδίκαση τιμωρητικών αποζημιώσεων ύψους £5000. Το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε ότι ο Πυρίλλης συμπεριφέρθηκε με πλήρη αδιαφορία για τα δικαιώματα του Κουή, ενήργησε με σκοπό τη διάρρηξη της εταιρικής σχέσης μαζί του, διοχέτευσε με παράνομο τρόπο τις εργασίες της εταιρείας στη δική του εταιρεία με σκοπό την επίτευξη κέρδους της δικής του εταιρείας και κατ΄επέκταση για τον εαυτό του πράγμα το οποίο πέτυχε. Κατά συνέπεια κατέληξε το Ανώτατο Δικαστήριο ορθά επιδικάστηκαν παραδειγματικές αποζημιώσεις.

Την απόφαση αυτή Πιρίλλη ακολούθησε η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολιτική Έφεση 11784 Αιμίλιος Θωμά και άλλοι ν. Ιάκωβου Ηλιάδη. Η απόφαση δόθηκε στις 24/11/06 και εκδικάστηκε από τους δικαστές Νικολαίδη Δ., Κραμβή Δ. και Γαβριηλίδη Δ. Την ομόφωνη απόφαση έδωσε ο δικαστής Νικολαίδης. Παρατηρούμε ότι στη σύνθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου συμμετείχαν δύο δικαστές (Νικολαίδης Δ. και Γαβριηλίδης Δ.) οι οποίοι συμμετείχαν και στην έκδοση της απόφασης του Πυρίλλη που είδαμε προγενέστερα.

Για να γίνουν κατανοητά τα γεγονότα της υπόθεσης παραθέτουμε αρχικά τον πλήρη τίτλο της Πολιτικής Έφεσης:

1. Αιμίλιος Θωμά
2. Στέλιος Θωμά
3. Ανδρέας Ανδρέου
4. NMT Hotel Management Ltd
5. Jam Restaurant Ltd
Εφεσείοντες
v.

Ιάκωβου Ηλιάδη
Εφεσίβλητου

Η υπόθεση περιστρεφόταν γύρω από γεγονότα που αφορούσαν την εταιρεία Jam Restaurant Ltd.

Ο Ιάκωβος Ηλιάδης ήταν ένας εκ των ιδρυτικών μετόχων της εταιρείας Jam Restaurant Ltd η οποία ιδρύθηκε στις 23/01/96. Ακολούθως τον Ιανουάριο του 1997 προστέθηκαν και άλλοι μέτοχοι. Σύμβουλοι της εταιρείας ήταν ο Ιάκωβος Ηλιάδης και ο Στέλιος Θωμά. Τον Ιούλιο του 1997 προστέθηκε στη μετοχική σύνθεση της εταιρείας και ο Ανδρέας Ανδρέου. Μετά τη σύστασή της η Jam Restaurant Ltd ενοικίασε ένα υποστατικό στην Πύλα για περίοδο 5 ετών. Το υποστατικό λειτούργησε λίγους μήνες αργότερα ως εστιατόριο και νυχτερινό κέντρο.

Στις 04/09/07 σε έκτακτη γενική συνέλευση της Jam Restaurant Ltd αποφασίστηκε να καταβληθεί σε κάθε μέτοχο μέρισμα από το καθαρό κέρδος της εταιρείας ποσού που αντιστοιχούσε με το ποσό που πλήρωσε για την αγορά των μετοχών του. Στη συνέχεια αποφασίστηκε ομόφωνα όπως ο Αιμίλιος Θωμά παραμείνει διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας με εξουσία να διαχειρίζεται αποκλειστικά τη λειτουργία του κέντρου και τα οικονομικά της εταιρείας.

Η εταιρεία ΝΜΤ Hotel Management Ltd (ΝΜΤ Ltd) ήταν εταιρεία η οποία άνηκε στον Αιμίλιο Θωμά και στον Ανδρέα Ανδρέου ο οποίος ήταν επίσης σύμβουλος της εταιρείας.

Από το Σεπτέμβρη του 1997 και όπως διαφάνηκε κατά το χρόνο που έγινε η γενική συνέλευση της Jam Restaurant Ltd, η ΝΜΤ Ltd ανέλαβε τη διαχείριση της επιχείρησης του εστιατορίου της Jam Restaurant Ltd. Όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, μετά την ανάληψη της διαχείρισης της επιχείρησης από την ΝΜΤ Ltd, ο Αιμίλιος Θωμά διοχέτευε όλες τις εργασίες του εστιατορίου στην ΝΜΤ Ltd χρησιμοποιώντας την περιουσία της Jam Restaurant Ltd χωρίς τη συγκατάθεση του Ιάκωβου Ηλιάδη και χωρίς βεβαίως να αποδοθούν τα κέρδη στην Jam Restaurant Ltd.

Έτσι ο Ιάκωβος Ηλιάδης ήγειρε αγωγή εναντίον όλων των εφεσειόντων (συμπεριλαμβανομένης και της Jam Restaurant Ltd της οποίας ήταν μέτοχος) απαιτώντας αποζημιώσεις τόσο για λογαριασμό του ιδίου όσο και για λογαριασμό της Jam Restaurant Ltd.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ο Στέλιος Θωμά και ο Ανδρέας Ανδρέου χρησιμοποιώντας την ΝΜΤ Ltd αποστέρησαν από την Jam Restaurant Ltd την ευκαιρία να ασκήσει την επιχείρηση την οποία είχε αρχίσει από το 1996. Οι ενέργειές τους συνιστούσαν δόλο με σκοπό άμεσα ή έμμεσα την απόσπαση χρημάτων από την Jam Restaurant Ltd της οποίας ήταν και οι ίδιοι μέτοχοι, διοχέτευσής τους σε άλλες εταιρείες που τους ανήκαν αποστερώντας έτσι το δικαίωμα από τον Ιάκωβο Ηλιάδη να συμμετέχει στα κέρδη και ωφελήματα που υπό κανονικές συνθήκες έπρεπε να έχει η Jam Restaurant Ltd.

Σημαντικό στοιχείο ήταν ότι οι δραστηριότητες της Jam Restaurant Ltd μεταφέρθηκαν στην ΝΜΤ Ltd χωρίς να καταβληθεί οποιοδήποτε αντάλλαγμα για τη χρήση και εκμετάλλευση των περιουσιακών της στοιχείων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο επανέλαβε για μια ακόμη φορά την αρχή της υπόθεσης Foss v. Harbottle παραθέτοντας τους λόγους που μπορεί κατ΄εξαίρεση το Δικαστήριο να ικανοποιήσει αιτήματα μελών της μειοψηφίας των μετόχων. Επιπρόσθετα το Ανώτατο Δικαστήριο επανέλαβε την αρχή ότι η ερμηνεία της φράσης «δόλος» στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας, πρέπει να γίνεται με ευρύτητα και περιέχει όλες τις περιπτώσεις όπου οι αδικοπραγούντες προσπαθούν να υπεξαιρέσουν για λογαριασμό τους χρήματα, περιουσία ή ωφελήματα που ανήκουν στην εταιρεία στα οποία και οι υπόλοιποι μέτοχοι δικαιούνται να συμμετάσχουν.

Όπως έγινε και στην Κουής , και σε αυτή την περίπτωση επιδικάστηκαν τιμωρητικές αποζημιώσεις. Το Δικαστήριο μάλιστα σημειώνει ότι τα γεγονότα αυτής της υπόθεσης συνιστούν κλασσική περίπτωση επιδίκασης τιμωρητικών αποζημιώσεων λόγω της συγκεκριμένης συμπεριφοράς των Αιμίλιου Ηλιάδη, Στέλιου Ηλιάδη και Ανδρέα Ανδρέου.

Επιπλέον, πρωτόδικα επιδικάστηκε και ποσό £85,000 ως αποζημιώσεις υπέρ της Jam Restaurant Ltd ποσό το οποίο θεωρήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως εύλογο με βάση τη μαρτυρία που είχε προσαχθεί πρωτόδικα τόσο από τον Ιάκωβο Ηλιάδη αλλά και από τον λογιστή της Jam Restaurant Ltd.

Από την περιληπτική, έστω, παράθεση των γεγονότων των πιο πάνω υποθέσεων, και έχοντας κατά νου και τις αρχές που προκύπτουν από αυτές θα μπορούσαμε συμπερασματικά να προβούμε στα εξής σχόλια.

1. Σε τέτοιου είδους διαδικασίες προστίθεται ως εναγομένη η εταιρεία η οποία υπέστη την αδικοπραγία ή την ζημιά από τους μετόχους της πλειοψηφίας και/ή τους συμβούλους της. Αυτό γίνεται για να είναι δεσμευμένη και η εταιρεία ως νομικό πρόσωπο από την τελική απόφαση του Δικαστηρίου. Από τη στιγμή που η εταιρεία ελέγχεται ουσιαστικά από τους αδικοπραγήσαντες θα υπήρχε ο κίνδυνος οι ίδιοι οι αδικοπραγήσαντες ενεργώντας για την εταιρεία να μη συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου. Επομένως για να δεσμεύεται και η ίδια η εταιρεία προστίθεται πάντοτε ως εναγόμενη στην αγωγή.
2. Ακόμα παρατηρούμε ότι οι μέτοχοι και/ή οι σύμβουλοι οι οποίοι έχουν τον έλεγχο της συγκεκριμένης εταιρείας ευθύνονται και οι ίδιοι προσωπικά διότι θεωρείται ότι είναι ο ιθύνων νους πίσω από τις πράξεις, είτε της εταιρείας η οποία είναι θύμα, ή άλλων εταιρειών τις οποίες χρησιμοποιούν ως οχήματα για να μεταφέρουν τα κέρδη από την εταιρεία που υφίσταται τη ζημιά.
3. Περαιτέρω, το Ανώτατο Δικαστήριο δέχτηκε στην υπόθεση Κουής ότι μπορεί να υπάρξει έγκυρη παράγωγη αγωγή ακόμα και στην περίπτωση που οι μέτοχοι της εταιρείας κατέχουν ίσο αριθμό μετοχών δηλαδή 50 – 50. Όπως είδαμε πιο πάνω βασική προϋπόθεση των εξαιρέσεων της Foss v. Harbottle είναι να υπάρχει δόλος εις βάρος της μειοψηφίας. Στην Κουής δεν υπήρχε δόλος εις βάρος της μειοψηφίας αλλά εις βάρος του μετόχου που κατείχε το 50%. Εντούτοις, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέδειξε το στοιχείο του ελέγχου της εταιρείας ως πρωταρχικής σημασίας και δεν αισθάνηθηκε περιορισμένο από την ανάγκη ή την προυπόθεση να υπάρχει μειοψηφούντας μέτοχος. Αυτή η θέση είναι ορθή διότι σημασία έχει ότι ασκείται δόλος από μέτοχο της εταιρείας εις βάρος της ίδιας της εταιρείας και άλλους μετόχους και όχι αν υπάρχει έλεγχος ή μειοψηφία. Αυτό σημαίνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις εταιρειών στην Κύπρο που έχουμε συμμετοχή δύο μετόχων κατά 50% υπάρχει δυνατότητα επίκλησης αυτού του κανόνα.
4. Επιπλέον, το Ανώτατο Δικαστήριο ερμηνεύει όπως αναφέραμε και πριν με ευρύτητα τον όρο «δόλος», κοιτάζει την ουσία της υπόθεσης και αποδίδει δικαιοσύνη εκεί που τα γεγονότα δεν αφήνουν αμφιβολία ως προς την υπεξαίρεση ή την καταδολίευση που έλαβε χώρα εναντίον των μετόχων της μειοψηφίας.
5. Τέλος, δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο πιο πάνω αποφάσεις λήφθηκαν από τους δικαστές που προαναφέραμε και πιθανόν μία άλλη σύνθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να έδιδε διαφορετικό αποτέλεσμα. Αξιοσημείωτο επίσης είναι το ότι και τις δύο υποθέσεις χειρίστηκε εκ μέρους των εναγόντων ο συνάδελφος Δ. Παπαδόπουλος. Άλλη σχετική με την παράγωγη αγωγή υπόθεση είναι και η Πολιτική Έφεση 159/05 Z & I Mediterranean v. Ιωάννα Ηλιάδη ημερομηνίας 25/05/07. Αυτή η υπόθεση αφορούσε έφεση κατά απόφασης έκδοσης μονομερούς διατάγματος εναντίον εταιρείας από μειοψηφούντα μέτοχο. Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιβεβαιώνει τις αρχές που αναφέραμε πιο πάνω καθώς και τα συμπεράσματά μας και λήφθηκε και πάλι από τους δικαστές Νικολαίδη Δ., Κραμβή Δ. και Γαβριηλίδη Δ. Την απόφαση έδωσε ο Γαβριηλίδης Δ.

Συμπερασματικά αναφέρουμε ότι είναι φανερό ότι η διαδικασία της παράγωγης αγωγής μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο τα χέρια των μετόχων μίας εταιρείας για προστασία των δικαιωμάτων τους στην περίπτωση που υπάρχει καταδολίευση από άλλους μετόχους και/ή συμβούλους της εταιρείας. Η πιο συχνή χρήση αυτής της διαδικασίας πιθανόν να περιορίσει και τις αυθαιρεσίες και γενικά την κακώς νοούμενη χρήση στην Κύπρο της αρχής της ξεχωριστής προσωπικότητας των νομικών προσώπων από τους μετόχους και συμβούλους εταιρειών.

No comments:

Bookmark and Share